Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2025

Ξανθίππη Ζαχοπούλου, "Π"




Δύσκολος πόνος


Σὲ λένε Γιώργη, Παντελῆ, Χασὰν
Σὲ εἶδα πίσω ἀπ’ τὰ μάτια μου
Σ' ἄγγιξα ἔξω ἀπ’ τὴν ἁφὴ
Δὲ σὲ χόρτασα
ἤσουν πεινασμένος τῆς ζωῆς
Σὲ τρύπησα μὲ τὶς βελόνες τῆς ἄγνοιας
αἷμα δὲν ἔβγαλες
τό ’χες ὅλο χάσει καλπάζοντας βουνὰ

Εἶσαι μεράδι ἀστραπῆς
μετόχι πόνου
σουγιαδιὰ χαρακωμένου μπράτσου
ἀνήλιαγο φωτοστέφανο ἀντοχῆς
Πατρίδα εἶν’ οἱ πατοῦσες μου
τὸ χῶμα στὴ σόλα
Κάθε βραδιὰ τὸ γλείφεις καὶ κοιμᾶσαι
Τὸ δάπεδο τῆς θάλασσας
μέχρι νὰ σπάσει ὁ πάγος
Τὸ κρύο μέτωπο τοῦ οὐρανοῦ

Πατρίδα εἶναι ὁ δύσκολος πόνος





Τῆς Κύπρου


Τό ’πες
Βουτᾶν οἱ Κυριακὲς σὲ γκρίζα νερὰ
Δρυοκολάπτης τρυπάει τὸ σαρκίο

Ποῦ ἤσουν μάνα ὅταν σὲ φώναζα;
Μὰ σὺ εἶχες φτάσει πρὶν τὸν πόνο μου
μήπως προφτάσεις καὶ τὸν πιάσεις

Τὰ σπίτια κολυμπᾶνε στὸ νερὸ
δελφίνια, τρέχουνε ξοπίσω
Μπροστὰ βγαίνουν σὲ κάθε μας στροφὴ
μιὰ σκυθρωπὰ καὶ μιὰ κοιτώντας οὐρανὸ
Μὲ κρεμασμένους τοὺς σοβάδες
καὶ σπασμένα κεραμίδια
Μὲ κῶχες ζεστὲς ἀκουμπισμένη ἀνάσα μας
κι ἔτσι ἀναπνέουν

Ποῦ ἤσουν παιδί μου ὅταν σὲ φώναξα;
Στὰ ποστάνια, ζοῦσα τρώγοντας καρπούζια
μέχρι τὸ αἷμα νὰ μικρύνει μὰ δὲ σώθηκε
βάφει τὶς λέξεις μου ἀκόμα

Ποῦ ’σαι πατρίδα όταν σε γυρεύω;
Κάτω απ" το στέρνο σου λαγιάζω
σκληρή σαν πέτρα έγινα
μη σε πονάω





Λίκνο ἀδειανὸ


Πόρτα καινούρια θὰ περάσεις
Τὸ πόμολο σπασμένο
Χρῶμα ξεφλουδισμένο
Μέρα καὶ νύχτα πολεμᾶν γιὰ ἕνα μερίδιο
Στὴν τσέπη τὰ δάκτυλα κοιμοῦνται
Δειλιάζουν οἱ φλέβες νὰ φουσκώσουν οὐρανὸ

Σπρώξιμο βίαιο
Τὸ σῶμα σου πετιέται
σ’ ἄγνωστο τοκετὸ

Λίκνο ἀδειανὸ ἀκόμα





Ἡ πατρίδα κοιμᾶται


Κάποτε ὅταν τὰ κύματα ἀγριεύουν
κοιμᾶται ἡ πλώρη τῶν καιρῶν

Σσς!
Ἡ πατρίδα κοιμᾶται
Ἐκεῖ ἔχει ὄνειρα ἐδῶ ἐφιάλτες
Φαντάσματα ντύνονται τὶς νύχτες
Ἀερικὰ γεμίζουνε τὶς μέρες
Τρομάζουν τὰ δέντρα καὶ ρίχνουν τὰ φύλλα
Φθινόπωρα ἀπανωτὰ
Κιτρινισμένοι δρόμοι

Σσς, μὴν ξυπνήσει ὁ ἑαυτὸς
καὶ κοιταχτεῖ στὸν καθρέφτη
καὶ δεῖ τὸ αὔριο νὰ τό ’χει βάλει στὰ πόδια
καὶ τὸ σήμερα νά ’ναι ὁ κρεμασμένος τῆς πλατείας

Σιγά, μὴν ξυπνήσει ἡ ὀμορφιὰ
καὶ δεῖ πῶς ἔγινε τὸ τέρας μέχρι τὸ μέσα κύτταρο
Ἀφῆστε τὴν ὡραία κοιμωμένη

Σώπασε...
ἡ πατρίδα κοιμᾶται
κι ἔχει ἀναφιλητὸ χωρὶς νὰ ξέρει
πὼς χέρια μπρούντζινα ὅλο μακραίνουν





Από τη συλλογή «Π (Ποιήματα της μίας έμπνευσης)», ΑΩ Εκδόσεις, 2025.




Ἡ Ξανθίππη Ζαχοπούλου γεννήθηκε καὶ ζεῖ στὴ Θεσσαλονίκη. Σπούδασε παιδαγωγικά, μουσικὴ (μονωδία) καὶ ἑλληνικὴ φιλολογία στὸ ΑΠΘ. Μιλᾶ ἀγγλικά, γαλλικά, ἰταλικὰ καὶ ἱσπανικά.
    Ποιήματα γράφει ἀπὸ παιδί. Ἔχουν ἐκδοθεῖ οἱ ποιητικὲς συλλογές: Μάρερμα (Πηγή, 2016) μὲ ζωγραφικὴ τοῦ Γιάννη Μητράκα, Βαθὺς οὐρανὸς βυθὸς θάλασσας (Τὸ Ροδακιό, 2020), Στύβοντας παπαροῦνες (Τὸ Ροδακιό, 2022). Συλλογικὰ ἔργα: Vox (μουσικὸ ἀναλόγιο ποιητριῶν τῆς Θεσσαλονίκης, Κώστας Κουτρουμπάκης, Ἐνύπνιο, 2023), Ἡ μελαγχολικὴ μοῦσα – Ἀπὸ τὴν παλαιὰ ρομαντικὴ σχολὴ τῶν Ἀθηνῶν στοὺς νεορομαντικοὺς τοῦ μεσοπολέμου (Εἰσαγωγὴ-ἀνθολόγηση-ἐπίμετρο: Σταῦρος Γκιργκένης, Ξανθίππη Ζαχοπούλου, Ζῆτρος, 2022), Τὸ ἀσυναίρετον στὸν ἔσω κόσμο (κριτικὰ δοκίμια, Ρώμη, 2021), Μικρασίας γραφές (Παρέμβαση, 2021), Ἐφ’ ἑνὸς γίγνεσθαι; 1 (Ρώμη, 2021), Ἡ Θεσσαλονίκη τῶν ποιητῶν (ἐπιμελήτρια ἀνθολογίας, Ρώμη, 2019), Μὲ τὸ π τῆς ποίησης (ΑΩ, 2017), Εἰκοσιὲξ ποιητικὲς ταξιανθίες (Κουκκίδα, 2025), κ.ἄ.
    Ποιήματα, διηγήματα, μετάφραση ξένης ποίησης καὶ κριτικά της κείμενα δημοσιεύονται σὲ ἔντυπα καὶ ἠλεκτρονικὰ περιοδικά.

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου